image_pdfimage_print

Ο ίδιος ο Υπουργός που επέλεξε να ανοίξει το θέμα επιχειρεί να το κλείσει άρον –άρον. Για να επιβεβαιωθεί η άποψη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ ότι πραγματικός στόχος του δεν ήταν η διαφάνεια αλλά οι εντυπώσεις και το «ανακάτεμα της τράπουλας».
Αφού πρώτος έδωσε το έναυσμα για να προκληθεί ο θόρυβος και αφού συνέβαλε τα μέγιστα για να καλλιεργηθεί η σύγχυση ανάμεσα σε «μυστικά κονδύλια», «μαύρες λίστες» κ.λπ. και τους καταλόγους απασχολουμένων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, διαβίβασε στην ΕΣΗΕΑ τους γνωστούς ελλιπείς καταλόγους που αφορούν το 2003. Η ταυτόχρονη επισήμανσή του ότι δεν πρέπει να δοθούν στη δημοσιότητα τάχα για να προστατευθούν προσωπικά δεδομένα, αποδεικνύει ότι ο υπουργός Επικρατείας επιδίωκε να κλείσει το θέμα. Πολύ περισσότερο όταν έχει δεσμευτεί ότι στις αρχές Απριλίου θα δώσει τα στοιχεία που αφορούν το 2004.
Με αίσθημα ευθύνης απέναντι στον κλάδο, το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ αποφάσισε να δώσει στη δημοσιότητα αυτόν τον κατάλογο γιατί:
Πιστεύει απόλυτα ότι η πλήρης διαφάνεια είναι προς όφελος των δημοσιογράφων και της ενημέρωσης.
Η δημοσιοποίησή του είναι αυτή που αποδεικνύει ότι αυτός ο κατάλογος είναι βασικά τα ονόματα των εκατοντάδων εργαζόμενων νόμιμα σε Ε.Ρ.Τ., Α.Π.Ε., Μ.Π.Ε., Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης – τέως Υπουργείο Τύπου -, κ.λπ. ’ρα η κυβέρνηση είναι υπόλογη γιατί δεν έδωσε όλα εκείνα τα στοιχεία που αφορούν «συμβούλους Τύπου», Γραφεία Τύπου σε ολόκληρο τον Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (ΔΕΚΟ κλπ). Η δημοσιοποίηση αυτών των καταλόγων, τους απομυθοποίησε. Τα συμπεράσματα για παραβιάσεις του Κώδικα Δεοντολογίας είναι ελάχιστα. Ταυτόχρονα, όμως, ανέδειξε ότι υπάρχει μέγιστη ανάγκη για συγκέντρωση στοιχείων που αφορούν εργασίες δημοσιογράφων, όπως γραφεία Τύπου, σύμβουλους Τύπου, σύμβουλους επικοινωνίας, δημοσίων σχέσεων, τόσο στο Δημόσιο Τομέα όσο και τον ιδιωτικό. Όπως επίσης και για δημοσιογράφους – ιδιοκτήτες εταιριών που παρέχουν τα παραπάνω στοιχεία.
Η μη δημοσιοποίησή του από την ΕΣΗΕΑ το μόνο που θα πετύχαινε θα ήταν η συνέχιση της συζήτησης περί συγκάλυψης και αδιαφάνειας.
Το Δ.Σ. γνωρίζει το θόρυβο που έχει προκληθεί στο εσωτερικό της Ένωσης γύρω από το θέμα αυτό. Υπογραμμίζει, όμως, τα εξής:
• Οι δημοσιογράφοι, όπως λέει και η λέξη, «δημόσια γράφουν» και ως εκ τούτου η δημοσιοποίηση του Μέσου στο οποίο προσφέρουν την εργασία τους όχι μόνο δεν συνιστά πρόβλημα αλλά είναι καθήκον.
• Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ πιστεύει απόλυτα στην αρχή της πλήρους διαφάνειας, η οποία είναι προς όφελος των δημοσιογράφων και της ενημέρωσης, ιδιαίτερα στις ημέρες μας, που έντεχνα καλλιεργείται στη συνείδηση της κοινής γνώμης ότι για την παρεχόμενη ενημέρωση υπεύθυνοι είναι αποκλειστικά οι δημοσιογράφοι και μάλιστα συλλήβδην.
• Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ πιστεύει απόλυτα πως σε ό,τι αφορά τους δημοσιογράφους πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως τα προβλεπόμενα για την εκκαθάριση του Μητρώου Μελών και την τήρηση του Κώδικα Δεοντολογίας.
• Για τη σύγχυση ανάμεσα στις «μυστικές», «μαύρες λίστες» κ.λπ. και τους καταλόγους δεν ευθύνεται στο ελάχιστο το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ. Αρμόδιοι να απαντήσουν είναι αυτοί που την δημιούργησαν. Οι συνάδελφοι που εργάζονται νόμιμα και ευσυνείδητα στο Δημόσιο, όχι μόνο δεν έχουν πρόβλημα αλλά απεναντίας προς όφελός τους είναι να ζητούν τη δημοσιοποίηση, για να μη μένουν στο σκοτάδι εκείνες οι λίγες περιπτώσεις που αποτελούν τη βάση για ισοπεδωτική κριτική. ’λλωστε, «Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης».
• Ο ελληνικός λαός έχει κάθε δικαίωμα να γνωρίζει ποιοι είναι οι δημοσιογράφοι που εργάζονται στο Δημόσιο. Καθήκον και υποχρέωση της κάθε κυβέρνησης είναι να εξυπηρετεί αυτό το δικαίωμα.
• Για τα φαινόμενα της διαπλοκής και χειραγώγησης της ενημέρωσης υπεύθυνη είναι η εκάστοτε κυβέρνηση και οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ. Αυτοί έχουν διαμορφώσει τους όρους και τις συνθήκες λειτουργίας των ΜΜΕ και αυτοί ευθύνονται κυρίως για την ύπαρξη των όποιων μηχανισμών διαπλοκής δημοσιογράφων.
• Καθήκον και υποχρέωση της ΕΣΗΕΑ όπως και όλων των άλλων δημοσιογραφικών Ενώσεων είναι να προστατεύσουν τους χιλιάδες σκληρά εργαζόμενους και χαμηλά αμειβόμενους δημοσιογράφους, που εισπράττουν την γενική απαξίωση, επειδή μια μειοψηφία καταπατά τις αρχές του δημοσιογραφικού επαγγέλματος και τη Δεοντολογία.

Προς την κατεύθυνση αυτή, το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ:
1. Εξακολουθεί να επιμένει στην πλήρη διαφάνεια και γι΄ αυτό για άλλη μια φορά καλεί τον υπουργό Επικρατείας να δώσει στη δημοσιότητα όλα τα στοιχεία και βεβαίως αυτά που αφορούν το 2004.
2. Αποφάσισε να ζητήσει από όλα τα μέλη της Ένωσης να υποβάλουν ατομικό απογραφικό δελτίο, όπου θα αναφέρουν τις όποιες εργασιακές σχέσεις έχουν ή την όποια συμμετοχή στην ιδιοκτησία και τη διοίκηση εταιριών ΜΜΕ, «δημοσίων σχέσεων», «επικοινωνίας» κ.λπ.
3. Συγκροτεί επιτροπή από συναδέλφους που έχουν διανύσει μία πορεία στο χώρο, τους Προέδρους των Πειθαρχικών Συμβουλίων και εκπροσώπους των παρατάξεων που θα επεξεργαστεί όλα αυτά τα στοιχεία και θα ελέγξει αν και πού υπάρχει πρόβλημα μη τήρησης του Κώδικα Δεοντολογίας και των αρχών του επαγγέλματος.

Όλη αυτή η διαδικασία ανοίγει και τη συζήτηση για τυχόν επέκταση των ασυμβιβάστων. Για το θέμα αυτό, αρμόδια να αποφασίσει είναι βέβαια η Γενική Συνέλευση της ΕΣΗΕΑ.

Σχετικά με την πρόσκληση του υπουργού Τύπου για νέα συνάντηση στο Ζάππειο, το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ επισημαίνει τα εξής :
α) Αποτελεί πρόκληση το γεγονός ότι η συνάντηση αυτή δημοσιοποιείται από τον υπουργό ο οποίος μάλιστα την βαπτίζει ως «τελική» και «οριστική» που θα πάρει αποφάσεις, χωρίς προηγουμένως να έχει θέσει με σαφήνεια τα σημεία διαλόγου και τις προτάσεις του επί συγκεκριμένων θεμάτων.
β) Η ΕΣΗΕΑ δεν έχει λάβει ακόμη πρόσκληση, όπου βεβαίως θα πρέπει να αναφέρονται τα παραπάνω.
γ) Μεγαλύτερη πρόκληση όμως αποτελεί το γεγονός ότι για την ίδια ημέρα και ώρα που ο υπουργός μέσω του Τύπου καλεί σε συνάντηση, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα καλεί τον πρόεδρο της Ένωσης «σε ακρόαση», να δώσει εξηγήσεις, δηλαδή, γιατί δόθηκε στη δημοσιότητα αυτός ο κατάλογος