Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ στις 24 και 25 Νοεμβρίου 2003 απέστειλε τις παρακάτω επιστολές στις διοικήσεις της ΕΙΙΡΑ και ΕΙΤΗΣΕΕ αντίστοιχα:
Προς το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΙΙΡΑ:
“Κυρία Πρόεδρε,
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ με τον πλέον σαφή και κατηγορηματικό τρόπο σας είχε καταστήσει γνωστό ότι οι αντιπροτάσεις σας στα όσα σας πρότεινε – με το σχέδιο Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας που σας είχε κοινοποιήσει – δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως η βάση για μια συμφωνία.
Παράλληλα, σας είχε τονίσει ότι οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται εφ’ όσον υποβληθούν από εσάς νέες προτάσεις.
Έκτοτε η ΕΣΗΕΑ, πιστή στο πλαίσιο ενός καλόπιστου διαλόγου ανέμενε, πλην ματαίως, μέχρι σήμερα τις νέες προτάσεις σας.
Αντ’ αυτού, μας αποστείλατε τις από 17/10/2003 και 29/10/2003 επιστολές σας, με τις οποίες μας καλείτε δήθεν σε διάλογο χωρίς όμως τίποτα να προτείνετε.
Σε αυτές τις προσκλήσεις σας η ΕΣΗΕΑ σας απάντησε και γραπτώς ότι “δεν διακόπτει το διάλογο και είναι έτοιμη να συζητήσει όποια νέα πρότασή σας” επισημαίνοντας ότι “δεν έχει νόημα η συνάντηση που προτείνετε, εφόσον δεν συνοδεύεται από νέες προτάσεις”.
Ο ισχυρισμός σας ότι η ΕΣΗΕΑ “εντελώς αδικαιολόγητα και με άκομψο τρόπο διέκοψε το διάλογο” μη προσερχόμενη στις “τρεις συναντήσεις” που εσείς επιδιώξατε, είναι τελείως αναληθής και προσπαθεί να δημιουργήσει άλλοθι άλλων πιθανών επιδιώξεων και ενεργειών σας.
Κατά συνέπεια, η κήρυξη της απεργίας ούτε αιφνίδια ήταν, ούτε άρνηση διαπραγματεύσεων σημαίνει.
Αντίθετα είμαστε οποιαδήποτε στιγμή έτοιμοι να συζητήσουμε, εφ’ όσον η πρόσκληση δεν είναι προσχηματική και για τη δημιουργία εντυπώσεων, αλλά περιέχει συγκεκριμένες νέες προτάσεις.
Η ΕΣΗΕΑ έχει υποβάλλει από τον Ιανουάριο του 2003 τις προτάσεις της.
Το πλήγμα στο διάλογο το επιφέρετε εσείς με την απουσία αντιπροτάσεων.”·Προς το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΙΤΗΣΕΕ:
“Κύριε Πρόεδρε,
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ πιστεύει ακράδαντα “στην αξία του διαλόγου που αποτελεί και την πεμπτουσία των ελευθέρων συλλογικών διαπραγματεύσεων”. Σε ένα διάλογο που γίνεται καλόπιστα και από τα δύο μέρη και αποβλέπει στην επίτευξη μίας συμφωνίας και όχι στη δημιουργία πολωτικών ή παρελκυστικών καταστάσεων.
Η Ένωση δεν απομακρύνθηκε ποτέ από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων και είναι σε κάθε στιγμή έτοιμη να συνεχίσει αυτές εφόσον υπάρχουν συγκεκριμένες και εποικοδομητικές αντιπροτάσεις. Κάτι που δυστυχώς δεν υπήρξε από τη πλευρά σας. Οι δήθεν “εναλλακτικές” προτάσεις σας αποτελούσαν παραλλαγές της βασικής θέσης σας, η οποία ούτε κατ΄ ελάχιστο ικανοποιούσε τις απαιτήσεις μας.
Κατόπιν αυτών η προσφυγή στην απεργία δεν αποτελεί ούτε αιφνιδιαστική ενέργεια, ούτε άρνηση συνέχισης των διαπραγματεύσεων.
Πιστεύουμε ότι υπάρχει ευρύ πεδίο συνεννόησης, εφόσον όμως επιδειχθεί και από τη δίκη σας πλευρά κατανόηση των αιτημάτων μας και υπάρξει διάθεση ανταπόκρισης σας σ’ αυτά.”