ΕΝΩΣΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΝΩΣΗ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ-ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ
Τα Διοικητικά Συμβούλια της ΕΣΗΕΑ και της ΕΣΠΗΤ συγχαίρουν τους συναδέλφους δημοσιογράφους της ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ και της ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, οι οποίοι συλλογικά και αταλάντευτα αρνήθηκαν να συμπράξουν στην κωμωδία της «αξιολόγησης».
Η αντίδραση της διοίκησης της ΓΓΕΕ και της ΓΓΜΕ, η οποία με σχετικό έγγραφό της ζητάει την ολοκλήρωση της διαδικασίας, έστω και χωρίς τη σύμπραξη των συναδέλφων, μόνο ως ένδειξη πανικού και ομολογία αποτυχίας μπορεί να εκληφθεί.
Επαναλαμβάνουμε, συνεπώς, –ελπίζουμε για τελευταία φορά– την πάγια θέση των Ενώσεων σχετικά με την «αξιολόγηση» των δημοσιογράφων και καλούμε την πολιτική ηγεσία να κατανοήσει τα αυτονόητα:
- Το δημοσιογραφικό λειτούργημα, όπως προστατεύεται από το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεν μπορεί να υπαχθεί σε διατάξεις περί αξιολόγησης του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών. Οι δημοσιογράφοι δεν είναι ποτέ όργανα της εκτελεστικής εξουσίας, σε οποιονδήποτε φορέα και αν παρέχουν τις υπηρεσίες τους. Η εργασία τους δεν μπορεί να αξιολογηθεί με τα κριτήρια του π.δ. 318/1992, το οποίο αφορά το προσωπικό των δημοσίων υπηρεσιών και των ΝΠΔΔ που υπάγονται στον Υπαλληλικό Κώδικα.
- Οι δημοσιογράφοι που εργάζονται σε φορείς του Δημοσίου τυγχάνουν μέλη αναγνωρισμένων δημοσιογραφικών οργανώσεων (ΕΣΗΕΑ, ΕΣΠΗΤ), υπακούουν στην συνείδηση τους και τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας με μοναδικό σκοπό την ενημέρωση των πολιτών και ως εκ τούτου δεν δύνανται να αξιολογηθούν από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία.
- Οι δημοσιογράφοι που εργάζονται στον δημόσιο τομέα ασκούν τα καθήκοντα τους με πλήρη ανεξαρτησία, υπόκεινται σε ειδικό εργασιακό και ασφαλιστικό καθεστώς και σε κάθε περίπτωση, ούτε υφίσταται ούτε προβλέπεται εκ του νόμου οποιοσδήποτε adhoc μηχανισμός αξιολόγησής τους.
Επικαλούμαστε, τέλος, τη γνωμοδότηση της αρμόδιας Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής (Β’ Διεύθυνση Επιστημονικών Μελετών, Τμήμα Νομοτεχνικής Επεξεργασίας σχεδίων και προτάσεων Νόμων) με επιφυλάξεις ως προς τη συνταγματικότητα του ν 4250/2014 όπου διαπιστώνεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι «δημιουργείται προβληματισμός ως προς το αν η αναγκαιότητα επιβολής των προτεινόμενων ποσοστώσεων για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από τον νόμο σκοπού είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη, ώστε να συνιστά αναλογικό, σύμφωνο προς το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, περιορισμό του δικαιώματος των υπαλλήλων του Δημοσίου να εξελίσσονται και να αξιολογούνται βάσει σαφώς προσδιοριζόμενων κριτηρίων επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας, σε σχέση προς το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντα τους, συμφώνως και προς την συνταγματικώς κατοχυρωμένη στο άρθρο 103 παρ. 7 εδ. Β’ του Συντάγματος αρχή της αξιοκρατίας, δεδομένου άτι η βαθμολογία που προτείνεται να λαμβάνει κάθε υπάλληλος δεν θα συναρτάται προς τη ατομική του αξία, τις ικανότητες και τις επιδόσεις του κατά την άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων, αλλά προς το προκαθορισμένο ποσοστό ανά κλίμακα βαθμολόγησης (βλ. και ΣτΕ 1917/1998)».
Για τους πιο πάνω λόγους καλούμε τους συναδέλφους δημοσιογράφους που εμπλέκονται στην εφαρμογή του νόμου, λόγω της ιεραρχικής τους θέσης, να απέχουν από κάθε σχετική διαδικασία. Κανείς δεν πρέπει να συνεργήσει με την υπογραφή και τη συμμετοχή του σε απολύσεις συναδέλφων. Κανείς δεν πρέπει να βάλει την υπογραφή του σε μια προδήλως παράνομη και αντισυνταγματική διαδικασία.
Με όλες τις δυνάμεις που διαθέτουμε, θα προασπίσουμε το δημοσιογραφικό λειτούργημα από πρακτικές που το υποβιβάζουν και αλλοιώνουν τον χαρακτήρα του.
ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΤΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ